Κυριακή 26 Ιουνίου 2011

Στρατηγική και οικονομία

Σπάνια η στρατηγική είναι οικονομική και σπάνια η οικονομία είναι στρατηγική. 

Αυτή η σπανιότητα δεν σημαίνει απαραίτητα ότι τα δύο γνωστικά αντικείμενα δεν έχουν κοινή τομή. Απλώς σπάνια υπάρχουν ειδικοί και στους δύο τομείς. Η τέχνη της μίας φοβίζει την επιστήμη της άλλης, κι όμως η θεωρία παιγνίων καθώς το απέδειξε ο John Nash είναι ικανή να συνδυάσει και τις δύο και το ίδιο ισχύει και για την θεωρία αγορών, η οποία γενικεύει την προηγούμενη, όταν το πλήθος των παικτών είναι πάρα πολύ μεγάλο. 

Ένα άλλο πρόβλημα που παρουσιάζεται και αποδεικνύει την αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο, είναι ότι η οικονομία μπορεί να έχει στρατηγικές επιπτώσεις και η στρατηγική να έχει οικονομικές επιπτώσεις. Στις μέρες μας δίνεται μεγάλη έμφαση στην οικονομία λόγω έλλειψης στρατηγικής.

Κατά συνέπεια όλοι ψάχνουν λύσεις στον τομέα της οικονομίας, ενώ εκεί βρίσκονται απλώς τα προβλήματα, οι λύσεις ανήκουν στην στρατηγική. Και δίχως αυτήν οι επιπτώσεις θα εμφανιστούν ακόμα σε πιο σοβαρό επίπεδο στην σφαίρα της. Ένα απτό παράδειγμα αποτελείται από τις προσπάθειες της μικροπολιτικής να λύσει πρόβλημα μακροοικονομίας. 

Έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον ως νοητικό σχήμα η εφαρμογή της μακροπολιτικής στην οικονομία. Διότι δεν είναι με μικροοικονομικά μοντέλα που θα καταφέρουμε να λύσουμε οποιοδήποτε σοβαρό οικονομικά πρόβλημα. Διότι αυτός που έχει μόνο την τακτική ως στρατηγική, είναι καταδικασμένος ήδη στο επιχειρησιακό επίπεδο. Η προσέγγιση της μακροπολιτικής έχει το επίπεδο αλλά και το ύφος της υψηλής στρατηγικής. Δεν μπορούμε απλώς να δρούμε παθητικά αλλιώς θυμίζουμε το ανέκδοτο της Κορσικής, όπου προτείνεται σε αυτόν που σκέφτεται να δουλέψει, να καθίσει. Η σκέψη είναι και αυτή μια επένδυση, μόνο που χρειάζεται χρόνο για να αναπτυχθεί μια ανθεκτική στρατηγική. 

Παρουσιάζοντας συνεχώς σε όλους ότι τα οικονομικά προβλήματα είναι καθημερινά και πρέπει να δοθεί μια καθημερινή μάχη για το καθένα, εξαφανίζουμε τον ρόλο της σκέψης. Διότι στην ουσία παράγουμε ένα σημείο τριβής στην εφοδιαστική αλυσίδα στο πλαίσιο της νοόσφαιρας. Η τοπική επίλυση προβλημάτων δίχως ολική προσέγγιση, αντιμετωπίζει εκ φύσης το εμπόδιο του ορίζοντα και οι διαδοχικές τροποποιήσεις δίχως στρατηγική δεν μπορούν να βρουν ούτε τη βέλτιστη λύση ούτε την ανθεκτική. Και οι κινήσεις με κίνητρα αλλά χωρίς σκοπό δεν δικαιολογούν ούτε την ίδια τους την ύπαρξη, ακόμα και αν επιτρέπουν σε ειδικούς να παραμείνουν στις θέσεις τους. 

Ενώ η πραγματικότητα αλλάζει μόνο με πράξεις που έχουν ένα όραμα, που προσπερνούν την ουτοπία και σκέφτονται το αδιανόητο για να δημιουργήσουν την επόμενη πραγματικότητα. 

Το θέμα δεν είναι πρόβλημα αλλά το πρόβλημα είναι θέμα και όχι μόνο ρεαλισμού, όπως πιστεύουν οι περισσότεροι. Ο ρεαλισμός σε φάση κρίσης προκαλεί και αδράνεια. Εξετάζουν το θέμα του κόστους και δεν μελετούν το πρόβλημα του κέρδους, διότι θεωρούν ότι η έλλειψη ήττας είναι ήδη μια νίκη, ενώ δεν έχει αλλάξει τίποτα. 

Η εφαρμογή υψηλής στρατηγικής παρουσιάζεται ως αδιανόητη από τους πολιτικούς, ενώ επιβάλλεται από την μακροπολιτική. Είναι απλώς θέμα χρόνου να το αποδεχθούν και να γίνει πραγματικότητα από άλλους.
Ν. Λυγερός

Τετάρτη 8 Ιουνίου 2011

Φιλοκαλία



Φιλοκαλία. Το βιβλίο αυτό, που δημιουργήθηκε από μοναχούς για μοναχούς, εκδόθηκε μετά το '60 στην Ελλάδα και διαβάστηκε γενικώς ελάχιστα.

H Φιλοκαλία δεν περιέχει μόνο μια ανθρωπολογία, αλλά σειρά ανθρωπολογιών, με σημαντικές διαφορές μεταξύ τους, οι οποίες ανταποκρίνονται στη μακρά εξέλιξη δεκατεσσάρων αιώνων: είναι εντελώς διαφορετική η Πλατωνίζουσα και καθαρά νοησιαρχική ανθρωπολογία και γνωσιολογία του συγγραφέα των απόψεων του Αντωνίου ή του Ευαγρίου (Νείλος ο Ασκητής), από τη μυστηριοκεντρική ανθρωπολογία του Μάρκου του Ασκητή, ή τον εσωτερισμό του Μακαρίου, ή ακόμα, φυσικά, από τον μοντέρνο ψυχοσωματικό ολισμό του Μαξίμου του Ομολογητή και την ιερή σωματοκεντρικότητα του Γρηγορίου Παλαμά. 

Είναι εντελώς παράδοξη άλλωστε η θέση πως ο ανατολικός χριστιανισμός δεν διαθέτει καν ανθρωπολογία
η απόλυτη ισότητα και ακεραιότητα των δύο φύσεων του Χριστού στη Δ' Οικουμενική Σύνοδο, καθώς και ο μακρύς αντι-μονοφυσιτικός αγώνας, που κατέληξε στη λαμπρή διατύπωση της απόλυτης ελευθερίας της ανθρώπινης βούλησης, για πρώτη φορά στην Ιστορία, στον Μάξιμο τον Ομολογητή και τη Στ' Οικουμενική Σύνοδο, ενάντια στην παθητικότητα της βουδιστικής Ανατολής, θα αρκούσαν για να το αποδείξουν αυτό. 

Υπάρχει μια διαδικασία ωρίμανσης της ορθόδοξης ανθρωπολογίας, της οποίας τα ίχνη φαίνονται και στη Φιλοκαλία και προς την οποία σήμερα στρέφεται το ενδιαφέρον πολλών ειδικών στη Δύση. 

Πέραν αυτών καμιά πρωτοκαθεδρία του αισθήματος δεν επιτρέπει η Φιλοκαλία.

Τόσο το αίσθημα όσο και ο νους περιορίζονται, στη διαδικασία της προσευχής, τόσο όσο χρειάζεται για να αποφευχθεί η πιθανή ειδωλοποιητική τους λειτουργία - κυρίως μάλιστα του αισθήματος! 

Παραμένει όμως παράδοξη η θέση πως μηδενιστής είναι ο άνθρωπος του αισθήματος· κατά τον Χάιντεγκερ (στο έργο του για τον Νίτσε) αιτία του μηδενισμού είναι μάλλον, αντιθέτως, η αυτοτοποθέτηση του σκεπτόμενου υποκειμένου ως προϋπόθεση κάθε αντικειμενικής μεταφυσικής τού Είναι - και η βούληση για δύναμη που ακολουθεί. 

Ο άνθρωπος του αισθήματος δεν είναι μηδενιστής, αντίθετα πιστεύει σε αξίες. 

Γίνεται μηδενιστής όμως όταν γίνει φίλαυτος, όταν χάσει δηλαδή την κοινότητα. Αλλά αυτός ο «θερμός» μηδενισμός θεραπεύεται μάλλον πιο εύκολα από τον «ψυχρό» μηδενισμό του λογικισμού. 
Το μεγαλύτερο όμως σφάλμα είναι να ταυτίζει κανείς τη Φιλοκαλία με τον ορθόδοξο χριστιανισμό εν γένει, ή ακόμα με τον τρόπο βίωσης της ευχαριστιακής κοινότητας από μέρους των πιστών ανά τους αιώνες. Υπάρχει σχέση αλλά όχι ταύτιση

Πέραν αυτού, άλλωστε, για να μείνουμε στο θέμα μας, η Ελλάδα κατά τον τελευταίο αιώνα υπέφερε πολύ περισσότερο από τον ηθικισμό, τον ευσεβισμό και τον νομικισμό που έφεραν κάποιες οργανώσεις, παρά από τη Φιλοκαλία, που αγνοεί όλα τα παραπάνω! 

Ποια είναι τα στοιχεία της Φιλοκαλίας όμως που θα μπορούσαν να βοηθήσουν μια σύγχρονη ανθρωπολογία η οποία θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει και σε ιστορική ανάπτυξη; 

Αναφέρω μερικά επιγραμματικά: 
-η έμφασή της στην ανάγκη ρεαλιστικής αυτογνωσίας (κάτι στο οποίο περιλαμβάνεται και το ασυνείδητο), 
-η έμφαση στην ανάγκη κοινωνικοποίησης του φίλαυτου θελήματος, 
-ο τελικός τονισμός της ψυχοσωματικής υφής του ανθρώπου και η ανάγκη ψυχοσωματικής μετοχής/συναλήθευσης του ανθρώπινου όλου, 
-η αποφασιστική συναίρεση ατομισμού-κοινωνικότητας και συν-ευθύνης όλων για όλα και όλους. 

Δεν είναι καλύτερα να αρχίσουμε να συζητούμε αυτά παρά οτιδήποτε άλλο;

Τρίτη 7 Ιουνίου 2011

«Η αλλαγή του εαυτού»

...Αναζητώντας της δυνατότητες «αλλαγής του εαυτού»,  έψαξα στη σύγχρονη ψυχολογία, καθόσον είχα ήδη κάποια προπαίδεια, αφού είχα αρχίσει από τον Βίλχεμ Ράϊχ, την εποχή που ήταν της μόδας και είχα συνεχίσει με Κάρλ Γιούγκ.

Διαπίστωσα ότι η μοντέρνα ψυχολογία, καθώς ασχολείται μόνο με τον ψυχικά ασθενή, δεν είναι σε θέση να δώσει απαντήσεις. Εδώ χρειαζόταν μια άλλη ψυχολογία, που να ασχολείται με τον υγιή άνθρωπο. Η αναζήτηση μιας τέτοιας ψυχολογίας οδηγεί αναγκαστικά σε συστήματα ανατολικής προελεύσεως, εσωτεριστικά και αποκρυφιστικά. Απ’ όσα μπόρεσα να διεξέλθω το ενδιαφέρον μου συγκέντρωσε το «σύστημα» του μυστηριώδη Έλληνα της Υπερκαυκασίας Γεωργίου Ιβάνοβιτς Γκουρτζίεφ (Γεωργιάδη), το οποίο παρουσιαζόταν, απ’ αυτόν και τους μαθητές του, ακριβώς ως το ζητούμενο σύστημα αυτο-αλλαγής του συνηθισμένου-υγιούς ανθρώπου.

Το σύστημα αυτό ξεκινούσε από την αναγνώριση της μηχανικότητας του συνηθισμένου ανθρώπου και διατεινόταν ότι έχει ολόκληρο οπλοστάσιο μεθόδων για την υπερνίκησή της. Δυστυχώς όμως για μένα ο προσανατολισμός του ήταν εξωκοινωνικός. Ναι μεν στόχευε στον άνθρωπο που είναι κύριος του εαυτού του, στην «πραγματική ατομικότητα», αλλά την πραγμάτωσή της τη θεωρούσε δυνατή μόνο στο «αστρικό πεδίο» και όχι στις κοινωνικές σχέσεις. 

Η άποψή του για την κοινωνική πραγματικότητα ήταν ότι αυτή καθορίζεται από «κοσμικές επιδράσεις», τις οποίες με τίποτα δεν μπορούμε να επηρεάσουμε. Φυσικά δεν ήταν αυτού του είδους η «ατομικότητα» που εμένα μ’ ενδιέφερε. Εγώ ζητούσα την αλλαγή του εαυτού, ως προϋπόθεση για την αλλαγή του κόσμου.


Η μελέτη επίσης της συλλογικής όψης του προβλήματος με είχε οδηγήσει στη νεομαρξιστική Σχολή της Φρανκφούρτης και ειδικότερα στη διαλεκτική της αυτοαναίρεσης του Διαφωτισμού. Και τέλος στο πρόβλημα της αποσύνθεσης του νεωτερικού ατόμου και της μηχανοποίησής του, λόγω της αφομοίωσής του από τα αυτονομημένα μηχανικά συστήματα.

Βρέθηκα, έτσι, μπρος σε μια νέα εκδοχή πλατωνικού σπηλαίου:
Μπρος στη διαπίστωση ότι ο σύγχρονος άνθρωπος είναι δέσμιος μιας διπλής μηχανικότητας. Μιας μηχανικότητας πολιτισμικής και μιας άλλης βαθύτερης, αγνώστου προελεύσεως. Ήταν επομένως φανερό γιατί ένας τέτοιος άνθρωπος, - διπλά μηχανοποιημένος, μέσα σε ένα μηχανοποιημένο κοινωνικό σύστημα,- δεν ήταν ικανός να αλλάξει το παραμικρό, στον εαυτό του και στην κοινωνία. Να αλλάξει κάτι σε κατεύθυνση αντίθετη προς αυτήν που κινείται το Σύστημα. Ελάχιστα παρηγορητική μια τέτοια κατανόηση καθιστούσε το πρόβλημα άλυτο.


Οι μεταμαρξιστικές θεωρήσεις δεν έδιναν λύση, γιατί δεν έβλεπαν το εσωτερικό-ψυχικό περιεχόμενο του προβλήματος. Τα συστήματα που το έβλεπαν δεν έδιναν σημασία στην εξωτερική-κοινωνική του πλευρά. Πλήρες αδιέξοδο λοιπόν. Για μια ακόμη φορά «στο χείλος της αβύσσου».


Η αναζήτηση του Προσώπου
Μερικές από τις ιδέες του Γεωργιάδη ήταν «αποκάλυψη»: 
  • Η ιδέα ότι ο άνθρωπος είναι ένα ημιτελές ον, που πρέπει να ολοκληρωθεί με δικές του συνειδητές προσπάθειες.
  • Η ιδέα ότι χαρακτηριστικό της υπανάπτυξής του είναι η μηχανικότητά του, μια ειδική μορφή ύπνου.
  • Η ιδέα ότι έχει πολλά άγνωστα και συχνά εχθρικά μεταξύ τους εγώ, η χαοτική κίνηση των οποίων τον κάνει έρμαιο της τύχης και της ανάγκης.
  • Η διάκριση ουσίας και προσωπικότητας μέσα του.
  • Η διάκριση νοητικού, συναισθηματικού, κινητικού και ενστικτώδους νου.
  • Η μεγάλη σημασία της αποστασιοποιημένης αυτοπαρατήρησης και της πάλης με την ψηφιακή σκέψη, τη φαντασία και τα αρνητικά συναισθήματα.

Όμως σε μια υποσημείωσή του ο Π. Ουσπένσκι παρείχε την πληροφορία, ότι μια εξαιρετική διαπραγμάτευση των παραπάνω θεμάτων, μπορούσε να βρει κανείς σε ένα βιβλίο ονόματι Φιλοκαλία, που χρησιμοποιούνταν στην Ορθόδοξη Εκκλησία για την καθοδήγηση των μοναχών. 

Η υποσημείωση αυτή προκάλεσε μια «έλαμψη», που φώτισε δια μιας μέσα μου τον δρόμο προς τη λύση του προβλήματος. Λες να βρίσκεται εδώ η λύση; Να την ψάχνεις σε Ανατολή και Δύση και να βρίσκεται μες στα πόδια σου; Στη δική σου παράδοση; Η «έλαμψη» δεν ήταν φυσικά κανένα «θαύμα», αφού οι εντυπώσεις της οσιογραφίας του Μεγάλου Συναξαριστή ήταν ήδη βαθιές στα παιδικά υποστρώματα της μνήμης μου.


Περιχαρής ανέκρουσα πρύμνα και αγόρασα αμέσως τη Φιλοκαλία. Έπεσα με τα μούτρα και διαπίστωσα ότι η διαίσθησή μου ήταν «απολύτως σωστή»: Όλα υπήρχαν εδώ. Στο πρωτότυπο και δίχως απαράδεκτες εκλεκτικές προσμίξεις με προχριστιανικά και προελληνικά δάνεια.

Κατάλαβα επί τέλους και τι ήταν αυτό που αγνοούν όλα τα συστήματα της «αυτοεξέλιξης»:

Ότι μόνο η Αγάπη μπορεί να σε κάνει να αλλάξεις. Και η Αγάπη είναι γεγονός κοινωνίας και προϋποθέτει το Πρόσωπο. Στη συνέχεια κατάλαβα και τι σημαίνει Πρόσωπο, γιατί χάρη στους προοδευτικούς καθηγητές της Παντείου, ήρθα σε επαφή και με την εντελώς άγνωστή μου θεολογική οντολογία του Προσώπου. Εκείνο τον καιρό το προοδευτικό κατεστημένο της Παντείου έκανε μεγάλο σαματά στις εφημερίδες, για να μη γίνει καθηγητής ο Γιανναράς. Πράγμα που με οδήγησε στο Πρόσωπο και ο Έρως.


Μ’ αυτά και μ’ αυτά, συνειδητοποίησα ότι το πρόβλημα που με απασχολούσε, δεν ήταν παρά η ενσάρκωση του Προσώπου στο πεδίο των κοινωνικών του σχέσεων. Ναι μεν είμαστε δεσμώτες ενός διπλού αυτοματισμού, αλλά υπάρχει δυνατότητα «καλής αλλοίωσης»: Απελευθέρωσης από τα διπλά δεσμά. Αλλαγής του εαυτού και συγχρόνως αλλαγής του κόσμου. Όταν λέμε Πρόσωπο, στην Ορθόδοξη παράδοση, το βλέμμα μας στρέφεται στον Χριστό. Αυτός είναι το πρωτότυπό μας. 


Είμαστε φτιαγμένοι «κατ’ εικόνα του» και το πρόβλημά μας είναι να ενσαρκώσουμε αυτή την εικόνα: να πάμε στο «καθ’ ομοίωσιν». Προσωπικά και κοινωνικά. Ως εν ουρανώ και επί της γης.
Συμπέρασμα:
Το μικρό χριστιανικό «εγώ» των παιδικών μου χρόνων ήταν αυτό που μου παραστάθηκε στην υπαρξιακή και κοινωνική μου αναζήτηση.

Για να μιλήσω πιο θεωρητικά: Με βοήθησε να διαβώ το πρώτο κατώφλι, που βγάζει στο δρόμο της εξατομίκευσης και μ’ εγκατέλειψε μπρος στο δεύτερο, που βγάζει στον δρόμο του Προσώπου. Ενώ γνωρίζω πώς μπορώ να προχωρήσω κείτομαι τώρα ανήμπορος μπρος στο δεύτερο κατώφλι. Σαν τον παράλυτο της Βηθεσδά, που δεν είχε άνθρωπο να τον βάλει στην κολυμβήθρα.

Πώς να αλλάξεις:
α)Σχέσεις και εθισμούς από μακρού εμπεδωμένους; (Αυτοματισμός πρώτου βαθμού)    
β)Κοινωνικές δομές που κανείς πλέον δεν πιστεύει ότι μπορούν να αλλάξουν; (Αυτοματισμός δευτέρου βαθμού). Αμφίλογη και τραγική σήμερα η γνώση της «αυτοαλλαγής του υποκειμένου της αλλαγής του κόσμου».

Όταν και αν την αποκτήσεις, έχεις ήδη αναπότρεπτα αναπτυχθεί και σκληρυνθεί στην αντίθετη κατεύθυνση. Και συ και οι άλλοι. Πόσο αφάνταστα μακρινότερη νιώθω σήμερα την παρουσία του Προσώπου, από το προβληματικό εκείνο μειράκιο, που πάλευε με τις σκοτεινιασμένες αγιογραφίες!

Κοντολογίς: Η εμπειρία μου από τον Χριστό είναι η εμπειρία της απουσίας Του. Ο Χριστός μοιάζει να είναι ο απών άξονας της ταυτότητάς μας, της ατομικής και της συλλογικής. Παραδόξως όμως η πλήρωση του αβυσσαλέου κενού της απουσίας Του, ήταν και το βαθύτερο κίνητρο της δικής μου παρουσίας.

Η απουσία Του είναι έτσι η αποτυχία μου. Μια θανατερή γεύση κενού, που για να την αποφύγω την αναπαράγω, καταφεύγοντας σε υποκατάστατα της παρουσίας Του.


Επιμελεια άρθρου "Εμπειρία Απουσίας", Θεόδωρος Ζιάκας

Σάββατο 4 Ιουνίου 2011

Στρατηγική διαχείριση κρίσεων


Οι κλασικές δομές μιλούν για Crisis Management και Strategy Management, ενισχύοντας την άποψη ότι το Management είναι το κυρίαρχο στοιχείο. 

Γι’ αυτές λειτουργεί ως πυρήνας με διάφορες προεκτάσεις. Αυτή η έμφαση είναι φυσιολογική, διότι απορρέει από το χώρο του Business Management. Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι είναι και ορθολογική. Απλώς, δεν προκαλεί καμία αντίδραση στο χώρο. 

Η εξήγηση είναι απλή

Εκτός πολέμου, η πολεμολογική αντιμετώπιση των πραγμάτων δεν φαίνεται μόνο ακραία αλλά θεωρείται και εξωπραγματική. Η συνέπεια αυτής της θέσης είναι αναπόφευκτη. Ο χώρος πλήττεται από συμβατικές λύσεις για τεχνητά προβλήματα, τα οποία είναι μόνο και μόνο τοπικές λύσεις, δίχως στρατηγικό βάθος. 

 Έτσι τα πραγματικά προβλήματα παραμένουν και ζουν διαχρονικά. Αυτές οι θεωρίες είναι που προκαλούν ζημιές σε εθνικά θέματα. Έχουν την τάση να αναλύουν τα πάντα με οικονομικούς παράγοντες σ’ ένα νομικό πλαίσιο. Ενώ η πραγματικότητα είναι ριζικά διαφορετική. 
 Γι’ αυτό το λόγο έχει ενδιαφέρον η ιστορία. Διότι θυμάται τις πράξεις των ειδημόνων του χώρου, όταν υπάρχει πραγματική κρίση. Το καλό για εκείνους είναι ότι κυριαρχεί η λήθη στην κοινωνία. Έτσι μπορούν άνετα να πουλήσουν τις ίδιες συμβουλές. Και το καλό γι’ αυτούς είναι ότι οι αγοραστές υπάρχουν ακόμα. Όμως σε καμιά περίπτωση δεν προσφέρουν σε εθνικά θέματα. Η αντιμετώπιση του εθνικού πλαισίου ως επαγγελματικός χώρος δεν επιτρέπει την ανάπτυξη των αποτελεσματικών εργαλείων της υψηλής στρατηγικής. 

Η έλλειψη στρατηγικής κι η μη ύπαρξη άμεσου κόστους μετατρέπει όλα τα προβλήματα σε τακτικά και επιχειρησιακά. Όμως δίχως στρατηγική η διαχείριση κρίσεων δεν είναι παρά μία διατήρηση κρίσεως. Διότι σε αυτό το πλαίσιο το status quo αποτελεί στόχο. Ενώ ο στόχος είναι μία μεταστρατηγική οντότητα, που υλοποιείται μέσω της επιλογής στρατηγικών συμπεριφορών. 

Δίχως στρατηγική οι δράστες μετατρέπονται σε παρατηρητές. Το απαιτούμενο στρατηγικό υπόβαθρο της διαχείρισης κρίσεων παραμένει στην ουσία άγνωστο. 

Δίχως στρατηγικές επιπτώσεις δεν υπάρχουν και πρακτικές κυρώσεις.

Το ενδιαφέρον και το παράδοξο της υπόθεσης είναι το εξής: αυτή η κυρίαρχη άποψη περί διαχείρισης κρίσεων ισχύει στη χώρα μας, η οποία έχει διαχρονικά ένα στρατηγικό ρόλο σ’ ένα χώρο που δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως μη εχθρικός. Και γι’ αυτό όμως υπάρχει μια εξήγηση. Ενώ στη στρατηγική, η διαφορά κάνει τη διαφορά, στη διαχείριση είναι η φθορά που κάνει τη διαφθορά. 

Έτσι, όντως ένα εθνικό θέμα μετατρέπεται σε οικονομική λύση. Όμως η εξαγορά δεν εξασφαλίζει τη συνέχεια. Διότι θέλουμε δε θέλουμε τα στρατηγικά προβλήματα υπάρχουν ακόμα κι αν μερικοί τα ξεπουλούν. Και με την πάροδο του χρόνου γίνονται πιο ανθεκτικά. 

Με άλλα λόγια εμφανίζεται το φαινόμενο του μαστιγίου , όπως γνωρίζουμε πολύ καλά στη θεωρία της εφοδιαστικής αλυσίδας. Οι συμβατικές λύσεις που δεν μπορούν να ενοποιήσουν τη διαχείριση κρίσεων με τη στρατηγική διαχείριση, όχι μόνο δεν προβλέπουν εξελίξεις, αλλά ακόμη λιγότερο νέες καταστάσεις. 

Ενώ η στρατηγική διαχείριση κρίσεων που λειτουργεί πολεμολογικά, προσφέρει ανθεκτικές λύσεις σε πραγματικά προβλήματα, διότι η επίλυση κρίσεων δεν γίνεται δίχως κρίση.
 
Ν. Λυγερός

Πέμπτη 2 Ιουνίου 2011

Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ-ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

Αναλύοντας το διεθνές πλαίσιο εντός του οποίου έλαβε χώρα η Άλωση της Κων/πολης, διαπιστώνεται ότι η δημογραφικά και κοινωνικά καθημαγμένη από τους λοιμούς Ευρώπη αδυνατούσε να οργανώσει αντιτουρκική σταυροφορία  για να διασώσει το Βυζάντιο. 
Επίσης το ψυχικό και πολιτικό ρήγμα της Τέταρτης Σταυροφορίας απέκλειε μία πολιτική συνεργασία της Δύσης με την φθίνουσα αυτοκρατορία.


Η Βαλκανική χερσόνησος, ήταν μια αλληλοσπαρασσόμενη πανσπερμία βαλκανικών ηγεμονιών ειδικότερα:
·   Η Σερβία ήταν φόρου υποτελής στους Τούρκους
·   Η Βουλγαρία είχε καταληφθεί από το 1380
·  Οι φράγκικες ηγεμονίες στο Αιγαίο, στην Αθήνα και στην Πελοπόννησο, που κατελήφθησαν από τους Τούρκους μετά την Κωνσταντινούπολη.
· Τα βυζαντινά κατάλοιπα Τραπεζούντα, Μυστράς, που επεβίωσαν για μερικά χρόνια μετά την Άλωση είχαν αντικαταστήσει την κραταιά βυζαντινή επικράτεια και αδυνατούσαν να αντιμετωπίσουν την οθωμανική προέλαση.


Το βυζαντινό κράτους, κατά την εποχή της Αλώσεως είχε απωλέσει όλες του τις επαρχίες και είχε περιοριστεί στην Κωνσταντινούπολη και στο Δεσποτάτο του Μυστρά, το οποίο διοικούσε κάποιο μέλος της βασιλεύουσας δυναστείας των Παλαιολόγων. 

Η πρωτεύουσα, η Κωνσταντινούπολη, βρισκόταν σε μεγάλη παρακμή, ο πληθυσμός της είχε περιοριστεί στις 50.000 (σε σχέση με το εκατομμύριο της εποχής των Κομνηνών), ολόκληρες συνοικίες ήταν ακατοίκητες. Υπήρχε ισχυρή παρουσία ιταλών εμπόρων (Γενουατών, Ενετών κ.ά.), που ήλεγχαν την οικονομική ζωή. Μπροστά στην οθωμανική απειλή, η βυζαντινή ιθύνουσα τάξη μετέφερε τα περιουσιακά της στοιχεία στο εξωτερικό (οι περισσότεροι δεν γλύτωσαν τελικώς την σφαγή), ενώ υπήρχε κύμα φυγής βυζαντινών λογίων στην Δύση.

Αναφερόμενοι στην προσωπικότητα του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, διαπιστώνεται ότι ήταν γενναίος, έντιμος, και κυρίως είχε συνειδητοποιήσει την ιστορικότητα των στιγμών. 

Επέλεξε ενσυνείδητα την αυτοθυσία, διότι κατανόησε, όπως αποδεικνύει η απάντησή του στην πρόταση του Μωάμεθ να παραδώσει οικειοθελώς την εξουσία και να αποχωρήσει, ότι μία παράδοση της Πόλης στον Μωάμεθ θα νομιμοποιούσε τον τελευταίο ως ηγεμόνα στην συνείδηση του ελληνικού έθνους, το οποίο έτσι θα αφομοιωνόταν από το οθωμανικό κράτος και θα εξέλιπε ιστορικά.:

«Την πόλιν σοι δούναι ουκ εμόν εστίν, ουτ΄ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη. Κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και, ου φεισόμεθα της ζωής ημών » 

Αντιθέτως η αντίσταση μέχρις εσχάτων και η θυσία του Κωνσταντίνου στην Πύλη του Ρωμανού απέκλεισαν αυτό το ενδεχόμενο, δημιούργησε τις προϋποθέσεις μακροχρόνιας και σε βάθος εθνικής αντίστασης και οδήγησε τελικά στην Επανάσταση και στην Ανεξαρτησία. 


Οι βασικές συνέπειες της Αλώσεως της Πόλης ήταν:

α. Η άρση της πολιτικής ελευθερίας των Ελλήνων και η μετατροπή τους από υποκείμενο σε αντικείμενο του διεθνούς δικαίου,
β. Ο εγκλωβισμός του Ελληνισμού σε μία υπανάπτυκτη και καθυστερημένη δομή και η αποκοπή του από την Αναγέννηση και τις ευρωπαϊκές εξελίξεις.
γ. Η μεταφορά του κέντρου βάρους ενός βαρβαρικού ασιατικού κράτους σε ευρωπαϊκό έδαφος, την περαιτέρω προώθηση των Τούρκων μέχρι την Αυστρία και την Πολωνία και την δημιουργία εστίας μόνιμης απειλής κατά του ευρωπαϊκού πολιτισμού και εξισλαμισμού της Ευρώπης (τουλάχιστον μέχρι την δεύτερη πολιορκία της Βιέννης το 1683).
δ. Η πλήρης ανατροπή των δημογραφικών δεδομένων, λόγω μαζικών σφαγών, εξισλαμισμών, φυγής στην Δύση, μετακίνησης των πληθυσμών στα ορεινά, εξελίξεις που έφεραν τον Ελληνικό έθνος στα όρια της ιστορικής του εξαφάνισης και απαιτήθηκαν αιώνες για να ανατραπούν και να αρχίσει η ανάκαμψη.
εΗ βίαιη διακοπή της παλαιολόγειας αναγέννησης, που είχε ήδη αρχίσει να οδηγεί την βυζαντινή κοινωνία σε μία εξέλιξη όπως αυτή που συνέβη δύο αιώνες αργότερα στην Δυτική Ευρώπη ( όπως έχει δείξει η σύγχρονη βυζαντινολογική έρευνα).

στ. Η εν συνεχεία κατάληψη της Κύπρου(1571) και της Κρήτης (1669), όπου ανθούσε σημαντικός πολιτισμός πρωτο-αναγεννησιακού χαρακτήρα και ο οποίος εξαλείφθηκε παντελώς με την επιδρομή των Τούρκων.

ζ. Η μετατροπή των Ελληνικών χωρών σε πεδίο γεωπολιτικής σύγκρουσης των Τούρκων με τις ευρωπαϊκές δυνάμεις (αρχικά με τους Ενετούς και στην συνέχεια με τους Ρώσσους και τους Αγγλογάλλους), που είχε ως συνέπεια τον εξανδραποδισμό των Ελλήνων σε εναλλασσόμενους κυριάρχους, τις σφαγές σε περίπτωση εσφαλμένης επιλογής συμμάχου και την διαμόρφωση αντανακλαστικών υποτέλειας και αναζήτησης σωτήρων.

Τα κοινωνιολογικά χαρακτηριστικά της τουρκοκρατίας, επισημαίνονται κυρίως στην παρακμιακή της φάση, από τα οποία  προέρχονται τα βασικά αρνητικά στοιχεία του νεοελληνικού βίου, όπως:
Οι πελατειακές σχέσεις, η διοικητική αυθαιρεσία, η διαφθορά, η εξαγορά των αξιωματούχων, ο νεποτισμός και η ευνοιοκρατία, η διαπλοκή οικονομικής και κοινωνικής εξουσίας, 
δηλαδή τα κλασσικά δομικά υλικά του ασιατικού δεσποτισμού.
Το αποκορύφωμα της αναγέννησης του Ελληνικού έθνους υπήρξε η Ελληνική Επανάσταση, που είχε ως επίκεντρο την Πελοπόννησο και την ηγετική μορφή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. 

Πρόκειται για τεράστιο επίτευγμα: 
Οι υπόδουλοι Έλληνες επαναστάτησαν εναντίον μίας αχανούς αυτοκρατορίας που εκτεινόταν από τον Δούναβι ως τον Νείλο και από τον Περσικό κόλπο ως τον Ατλαντικό ωκεανό και την συνέτριψαν στην Τρίπολη, στα Δερβενάκια, στο Αιγαίο και στην Ρούμελη, επιτυγχάνοντας τελικώς την ανεξαρτησία τους.


Επιμέλεια ομιλίας κου ΜΕΛΕΤΗ Η. ΜΕΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, στα ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΕΙΑ