Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2011

«Μεταξωτοί άνθρωποι»


Το είχε πει σε μια συνέντευξή του ο αείμνηστος Νίκος Καρούζος: «Μεταξωτοί άνθρωποι». Μιλούσε για κάποιους χωρικούς που είχε συναντήσει στη Λέσβο. Αγράμματοι ήταν, αλλά σοφοί. Και, προπάντων, τρυφεροί με τους άλλους. Απαλοί, χωρίς γωνίες που κόβουν, χωρίς καχυποψία, δίχως έπαρση και επιθετική ειρωνεία που πληγώνει. Μεταξωτοί άνθρωποι...

Μού ’μεινε αυτός ο χαρακτηρισμός. Χαράχτηκε μέσα μου. Κι από τότε ένα νέο κριτήριο λειτουργεί στις αξιολογήσεις μου για τους ανθρώπους: η συμπεριφορά και η στάση τους σε «ασήμαντα» πεδία της καθημερινότητας. Αυτά που συνήθως τα προσπερνάμε ή δεν τα παρατηρούμε, γιατί δεν μας απασχόλησαν ποτέ οι εκφάνσεις της «μεταξωτής συμπεριφοράς»... 

Βέβαια οι άνθρωποι δεν συγκροτούν ως χαρακτήρες ένα συμπαγές όλον, αλλά ένα αντιφατικό σύνθεμα, στο οποίο συνυπάρχουν «μεταξωτά» στοιχεία και ακάνθινες απολήξεις. Γι’ αυτό και είναι κάπως παρακινδυνευμένα τα άμεσα και οριστικά συμπεράσματα για το «είναι» των ανθρώπων...

Παρ’ όλα αυτά, προσωπικά, διακινδυνεύω την εξαγωγή συμπερασμάτων παρατηρώντας μικρές «ασήμαντες» κινήσεις στις παρέες, στον εργασιακό χώρο και στο «δάσος» του καθεμέρα, όταν συγχρωτίζομαι με αγνώστους. Και συνήθως δεν πέφτω έξω. Διότι τα γνωρίσματα αυτά αποκαλύπτουν πειστικά τον εσωτερικό κόσμο του άλλου. Τουλάχιστον σε μεγάλο βαθμό... Φερ’ ειπείν, «σκλαβώνομαι» από εκείνους που δεν ορμάνε να πιάσουν την καλύτερη θέση στο τραπέζι μιας ταβέρνας. Θεωρώ την κίνηση αυτή απότοκο καταγωγικής ευγένειας και γενναιοδωρίας, η οποία αδιαφορεί για το ιδιωφελές και συμφέρον. 

Αντίθετα, οι άνθρωποι που σπεύδουν φουριόζοι για μια καλή θέση καταχωρίζονται μέσα μου σαν αρπακτικά. Και – τό ’χω παρατηρήσει – έτσι συμπεριφέρονται, σαν αρπακτικά, και σε άλλα ζωτικά και κρίσιμα πεδία...

Κάποτε βρέθηκα σ’ ένα τραπέζι, στο οποίο κυριαρχούσαν οι «επώνυμοι». Απέναντί μου καθόταν ένας πολύ γνωστός καλλιτέχνης, μεγάλο όνομα, ο οποίος ούτε φλυαρούσε ούτε ακκιζόταν όπως κάποιοι άλλοι στη συντροφιά. Όταν άρχισαν να καταφθάνουν τα πρώτα κοινά πιάτα, ήταν ο μόνος που δεν επέπεσε για να εξασφαλίσει τη μερίδα του, αλλά ρωτούσε τους διπλανούς του και μοίραζε πρώτα στους άλλους και μετά, ο,τι έμενε, κρατούσε για τον εαυτό του. 
«Μεταξωτός άνθρωπος», σκέφτηκα. Κι από τότε, ό,τι κι αν λένε για τον Γιώργο Νταλάρα – αυτός ήταν ο «επώνυμος» – εγώ τ’ ακούω βερεσέ...

Η μεταξωτή συμπεριφορά δεν παραπέμπει απαραιτήτως – η κυρίως – στο σαβουάρ βίβρ και στους «καλούς τρόπους» εν γένει. Τέμνεται σε κάποιες περιπτώσεις, αλλά δεν αποτελεί αποτύπωμα διδαχθείσης μεθόδου για το φέρεσθαι. Εδώ, το «μετάξι» είναι αυτοφυές ή προϊόν δουλεμένου χαρακτήρα. Είναι ο τρόπος που ο άλλος βλέπει τους συνανθρώπους του. Είναι η θέαση του κόσμου χωρίς τα εγωιστικά γυαλιά του προσωπικού ωφελιμισμού. Είναι, ευρύτερα, η υποταγή του ατομικού συμφέροντος στη συλλογικότητα, χωρίς βέβαια η «μεταξωτή συμπεριφορά» να φτάνει σε σημείο υπονόμευσης προσωπικών δικαιωμάτων και δικαίων. Κανένας δεν έχει δικαίωμα να αδικεί τον εαυτό του...
Όμως, προσέξτε μια λεπτή απόχρωση: ποτέ ένας «μεταξωτός άνθρωπος» δεν νιώθει κορόιδο, όταν άλλοι τον προσπερνούν – στη σειρά μιας καντίνας η στην ιεραρχία – χρησιμοποιώντας αθέμιτα μέσα και μεθόδους. 

Το «άφες αυτοίς» είναι ριζωμένο μέσα του. Αποτελεί μέρος του αξιακού του κώδικα. Ξέρει τι γίνεται στην «αγορά». Αλλά συνειδητά δεν συμμετέχει στο εξοντωτικό αυτό παιχνίδι. Απέχει χωρίς να κλαυθμηρίζει. Γιατί, εκτός από μετάξι, τέτοιοι άνθρωποι διαθέτουν και ένα σκληρό κοίτασμα, που τους επιτρέπει να είναι ταυτόχρονα στωικοί και γρανιτένιοι.

Ένας από αυτούς έγινε φίλος μου – και το κατάλαβα από την πρώτη στιγμή ότι θα συμβεί αυτό. Πρώτη μέρα στη μονάδα γύρισε από τη σκοπιά και μπήκε στη σειρά για φαγητό. Ήταν τρίτος από το τέλος. Τότε ακούστηκε ο μάγειρας να λέει ότι έμειναν μονάχα δύο μερίδες. Ο Κωστής πλησίαζε, ήταν ένας από τους δύο τυχερούς. Αλλά μόλις άκουσε τον μάγειρα, έφυγε αθόρυβα παραχωρώντας τη θέση του στον επόμενο. Έτσι. Αθόρυβα, αυτοθυσιαστικά, γενναιόδωρα, χωρίς να το κάνει θέμα...

Οι «μεταξωτοί άνθρωποι», λοιπόν. Που μιλούν ελάχιστα για τον εαυτό τους. Που χαίρονται με τις επιτυχίες των άλλων. Που δεν σπεύδουν χαιρέκακα να «κάνουν πλάκα», δήθεν χαριεντιζόμενοι, με εξωτερικά γνωρίσματα που πονάνε τους άλλους... Εκείνοι, που δεν σπερμολογούν διακινώντας φήμες. Εκείνοι που υπερασπίζονται σθεναρά κάποιον απόντα όταν λοιδορείται σε μια παρέα, χωρίς να είναι φίλος τους, αλλά επειδή νιώθουν ότι αδικείται... 


Οι μεταξωτοί άνθρωποι. Όσοι προσέχουν τι λες, και δεν είναι ωσεί παρόντες στην κουβέντα, με το μυαλό τους στο τι θα πουν οι ίδιοι για να εντυπωσιάσουν. Άνθρωποι με ανοιχτούς πόρους και πλατιά καρδιά... 

Υπεράνθρωποι; Όχι. Απλώς, μεταξωτοί... Φαίνονται από μακριά. Αρκεί να προσέξεις «μικρές», «ασήμαντες» κινήσεις στο φέρεσθαι των ανθρώπων…

Γιάννης  Τριάντης
(πρωτοδημοσιεύτηκε στο πολιτικό περιοδικό «Επίκαιρα», Πέμπτη 25/11/2010)
ΠΗΓΗ:http://antifono.gr

Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2011

Ενάντια στη θρησκεία "Χρίστος Γιανναράς" , ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ

Υπόβαθρο των αναλύσεων στις οποίες προβαίνει ο Χρ. Γιανναράς είναι η πρωταρχική και θεμελιώδης αντίστιξη: άλλο θρησκεία, άλλο εκκλησία.
Η θρησκεία είναι φυσική ανάγκη του ανθρώπου, ανάγκη ορμέμφυτη, ενστικτώδης· έκφανση της ορμής για αυτοσυντήρηση. Η λογική της θρησκείας είναι βιολογικά καθορισμένη· ικανοποιεί την ανάγκη του ανθρώπου να ερμηνεύσει το ανεξήγητο, να τιθασσεύσει το ανεξέλεγκτο, να συγκαλύψει το αναπότρεπτο. 

Κάθε θρησκεία διατυπώνει μεθοδικά τα δόγματά της (τις αναντίρρητες «αλήθειες» της), οργανώνει συστηματικά την ηθική της (τις κωδικοποιημένες εντολές της). Η θρησκευτικότητα είναι από τη φύση της (όπως η πείνα, η ορμή της διαιώνισης του είδους, ο φόβος του θανάτου) υπόθεση ατομική. Ο θρησκευτικός άνθρωπος λειτουργεί με κέντρο το ατομικό εγώ του (ατομική σωτηρία, ατομική ελευθερία, ατομική-νοησιαρχική εκδοχή της αλήθειας, ατομικά συναισθήματα).

Βασικά γνωρίσματα της φυσικής θρησκείας: το θαύμα, το μυστήριο και το κύρος. Και τα τρία αναιρούν την ελευθερία· ακριβέστερα, οδηγούν στην ηδονική αυτοπαραίτηση από την ελευθερία. Και τα τρία στηρίζουν την εξουσία· η θρησκεία θεσμοποιείται, και, όπως κάθε θεσμός, αγωνίζεται για την εξουσιαστική θωράκισή της. Έτσι, η μεταφυσική αναζήτηση διολισθαίνει σε ιεροποίηση ιδεών, σε φανατισμό και εξουσιαστικές δομές.

Η εκκλησία δεν συνιστά μια καινούργια θρησκεία, αποτελεί «ένα κοινωνικό γεγονός, ένα τρόπο σχέσεων κοινωνίας». Ο τρόπος αυτός δεν είναι παρά ένα άθλημα: να συνυπάρχουν οι άνθρωποι χωρίς τους περιορισμούς και προκαθορισμούς της φυσικής αναγκαιότητας, να αληθεύει η ύπαρξη υπερβαίνοντας τη φθορά και τον θάνατο. Τα μέλη της εκκλησίας προσλαμβάνουν την τροφή ( το ψωμί και το κρασί) όχι για να διαιωνίσουν τη φθορά και τον θάνατο, αλλά για να κοινωνήσουν στο στοιχειώδες πλην ύψιστο επίπεδο της ζωής. Το δείπνο τους είναι ευχαριστία στον Χριστό, τον χορηγό της τροφής και της ζωής.

Ο Χριστός δείχνει σε όσους τον εμπιστεύονται έναν ένσαρκο τρόπο ύπαρξης: την αγάπη. Η αγάπη δεν είναι αγαθοεργία, είναι η κοινωνία του Πατρός, του Υιού και του Πνεύματος· είναι ελευθερία από τους περιορισμούς της φύσης. Αυτή την ελευθερία μαρτυρούν τα «σημεία» του Ιησού· δεν είναι «θαύματα», καταναγκαστικά πειστήρια μιας μαγικής δύναμης. Κορυφαίο «σημείο» ενός άλλου τρόπου ύπαρξης: η ανάσταση του Χριστού. 

Το ευαγγέλιο της ανάστασης γνωστοποιεί αυτόν τον τρόπο, την υπέρβαση του θανάτου. Και όσοι εμπιστεύονται τους μάρτυρες της ανάστασης εμπλέκονται σε ένα άθλημα και μια εμπειρία σχέσης. Γίνονται με την σειρά τους μάρτυρες μιας γνώσης βιωμένης: η εκκλησιαστική γλώσσα μόνο να σημάνει αυτή την γνώση μπορεί, όχι να την υποκαταστήσει. Έρχου και ίδε. Αλλά ένα άθλημα, μια γνώση βιωμένη, μια σχέση αμφίκρημνη δεν γίνεται να μεταποιηθούν σε δογματική διδασκαλία, σε δεδομένες «αλήθειες». 

Ούτε τα μέλη μιας σχέσης θεμελιωμένης στην εμπιστοσύνη και την αγάπη γίνεται να μεταλλαχθούν σε εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους. «Δίχως ανατροπή των όρων του εξουσιαστικού φαινομένου δεν υπάρχει εκκλησιαστικό γεγονός, όπως δεν υπάρχει εκκλησιαστικό γεγονός δίχως το δείπνο της Ευχαριστίας». Όταν το εκκλησιαστικό γεγονός εξαλλάσσεται σε σκληρυμένα μορφώματα θεσμικής καταξίωσης, όταν η διακονία γίνεται εξουσία, η εκκλησία είναι ήδη θρησκεία.

Βρισκόμαστε πλέον στον πυρήνα της μαρτυρίας του Χρ. Γιανναρά· στη θερμή και οδυνηρή ζώνη των συμπτωμάτων της θρησκειοποίησης. Τα απαριθμούμε ακολουθώντας την καθοδική (και θλιβερή) πορεία με την οποία παρατίθενται:

α) Η πίστη-εμπιστοσύνη γίνεται ιδεολογία. Το άθλημα της σχέσης μεταγράφεται σε θεωρητικές προτάσεις. Ο λόγος του βιώματος γίνεται γλώσσα χωρίς αντίκρυσμα πραγματικότητας.

β) Η εμπειρική πραγματικότητα υποκαθίσταται από ψυχολογήματα, πλασματικές καταστάσεις που διολισθαίνουν ασυνείδητα σε βεβαιότητες. Ο «χριστιανός» δεν είναι πια μέτοχος ενός γεγονότος, δεν είναι μέλος ενός ευχαριστιακού σώματος, «παίρνει μέρος στην ομαδική λατρεία, αλλά για να προσευχηθεί ατομικά και να διδαχθεί (ωφεληθεί) ατομικά, άγνωστος ίσως και άσχετος με τους γύρω του». Το αίνιγμα του θανάτου μένει αναπάντητο...

γ) Η σωτηρία, ο αγώνας της εκκλησίας να καταστήσει τον άνθρωπο σώο, γίνεται ατομική εξασφάλιση και διαιώνιση του εγώ. Εργαλείο σωτηρίας ο νόμος! Αυτός που για τη συνείδηση της εκκλησίας ήταν η «σκοτεινότερη απειλή βασανισμού του ανθρώπου». Οι νομικοί «κανόνες» όλο και πολλαπλασιάζονται, άσχετοι με το ευαγγέλιο της αγάπης και της υπαρκτικής ελευθερίας. Η ενοχή στη θέση της ελπίδας...

δ) Το ευχαριστιακό δείπνο, ο καινούργιος τρόπος ύπαρξης, η βίωση της ζωής μας όχι ως δουλεία στη φύση αλλά ως αγάπη... «Καίριο επίτευγμα θρησκειοποίησης η εκδοχή της κοινωνούμενης βρώσης και πόσης ως υπερφυσικού αντικειμένου καθ’ εαυτού», ιεροποιημένου μαγικού φετίχ. Αντί της κοινωνίας η μετουσίωση, αντί της εκκλησίας η εξατομίκευση, αντί της αγάπης το αντικειμενοποιημένο εγώ. Άλλο ενδεικτικό σημάδι αλλοτρίωσης αποτελεί η λεγόμενη Ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως: σύνολο ατομικών προσευχών (σε α΄ πρόσωπο) απουσίᾳ αδελφών. Είναι όντως αυτά τα κείμενα δημιουργήματα Πατέρων της Εκκλησίας

ε) «Αμείλικτη η Τέχνη κραυγάζει τη θρησκειοποίηση»· η τέχνη δηλώνει πάντα με σαφήνεια τον τρόπο με τον οποίο νοηματοδοτείται η πραγματικότητα. Και όταν η «εκκλησιαστική» Τέχνη μαρτυρά ως μοναδικό νόημα του υπαρκτού τη φυσικότητα, τη φαινομενικότητα, την ατομικότητα, τότε η θρησκεία είναι ήδη εντός των πυλών. Η μηχανική απομίμηση βυζαντινότροπων μορφών τέχνης: πασίδηλο σύμπτωμα έκ-πτωσης του εκκλησιαστικού ήθους.

στ) Τα «μυστήρια» της εκκλησίας (η φανέρωση του ευχαριστιακού τρόπου της υπάρξεως ένσαρκου σε μια συγκεκριμένη κοινότητα αδελφών, σε δεδομένο χώρο και χρόνο) υπηρετούν πλέον με συνέπεια την εξατομίκευση· αποκομμένα από την ευχαριστία, συμβατικές τελετές, μαγικές επενέργειες απρόσωπων δυνάμεων... Και ο επίσκοπος γίνεται αρχιερέας ή δεσπότης «ντυμένος κυριολεκτικά σαν εξωγήινος». Η διάχυση και διάλυση της ενορίας (του ευχαριστιακού σώματος με τον επίσκοπο ή τον πρεσβύτερο ως πατέρα και διάκονο) μοιάζει να μην είναι πια απλώς σύμπτωμα...

ζ) Η θρησκειοποίηση τεκμαίρεται άμεσα· πληθώρα τα φαινόμενα που σημαίνουν ειδωλοποίηση της παράδοσης. Η Παράδοση -κυρίως η παράδοση της πρώτης εκκλησίας, η παράδοση που καταγράφεται στην Καινή Διαθήκη- είναι μαρτυρία ευ-αγγελίου, και ως τέτοια προσεγγίζεται μόνο με την εμπιστοσύνη στα πρόσωπα που ενσαρκώνουν τη μαρτυρία. Αυτή η Παράδοση, λοιπόν, δεν έχει καμιά σχέση με συμμόρφωση προς απολιθωμένες και σκουριασμένες πρακτικές, που δεν υπηρετούν πια ανθρώπινες ανάγκες. Ειδικά η «ορθοδοξία» έχει υποκύψει στον πειρασμό μιας παράδοσης ειδωλοποιημένης και ειδωλοποιητικής.

η) Πάμπολλα στοιχεία φοβικού αποτροπιασμού απέναντι στη σεξουαλικότητα εντοπίζονται σε ποικίλες εκφάνσεις του εκκλησιαστικού (;) βίου· πρωτοστατούν όμως στη δίωξη της σεξουαλικότητας οι Κανόνες που εισάγονται μετά τον 7ο αι. Και τούτο, μολονότι «στα κείμενα των Ευαγγελίων δεν υπάρχει η παραμικρή νύξη που να προσφέρει έστω και αφορμή για να υποθέσει κανείς φοβία, υποτίμηση, απέχθεια για τη σεξουαλικότητα». Ακόμα και στον Απόστολο Παύλο, που κάποιες φορές μιλάει (αναπόφευκτα) στη γλώσσα μιας ανδροκρατούμενης κοινωνίας και μιας συγκεκριμένης (εβραϊκής) παράδοσης, δεν δαιμονοποιείται ούτε η γυναίκα ούτε η σεξουαλικότητα. Κι όμως, φτάσαμε σήμερα να θεωρείται αυτονόητη η χριστιανική ταύτιση της σεξουαλικότητας με την αμαρτία. 


Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2011

Η αυτονομημένη κοινωνική μηχανικότητα

Θ. Ζιάκκα
Μια αυτονομημένη μηχανική δομή είναι σήμερα η «λογική της ανάπτυξης». 
 Δεν μπορείς να την αγνοήσεις χωρίς κυρώσεις. Είσαι «αναγκασμένος» να επιδιώξεις «ακόμα μεγαλύτερη ανάπτυξη», ακόμα μεγαλύτερη «αύξηση της παραγωγικότητας» κ.ο.κ.

Με άλλη διατύπωση είναι αυτό που ο Μαρξ ονόμαζε «προτσές συσσώρευσης του κεφαλαίου». «Το κεφάλαιο», γράφει ο ίδιος, «δεν είναι ποσό χρημάτων, αλλά κοινωνική σχέση» Νομίζουμε ότι είναι χρηματικό ποσό. Ο κεφαλαιοκράτης είναι η «συνείδηση του κεφαλαίου», παρά το ότι θεωρείται «κάτοχος» του κεφαλαίου. Το κεφάλαιο έχει αυτονομηθεί, αποκτώντας ανθρώπινη συνείδηση, και ζωντανή οντότητα. Η «νεκρή εργασία» αυτονομείται.
«Στοιχειώνει», και σαν βρυκόλακας «πίνει το αίμα» της «ζωντανής εργασίας».

Η πίστη μάλιστα των κομμουνιστών στην αναπόφευκτη κατάρρευση του καπιταλισμού και στην έλευση της ουράνιας αταξικής πολιτείας, βασίστηκε: 
α) στην πεποίθηση ότι το σύστημα των βασικών κοινωνικών σχέσεων είναι αυτόνομο, και
β) στην πίστη ότι η αυτονομημένη δυναμική του οδηγεί κατ' ανάγκην στο επιθυμητό «τέλος» της Ιστορίας.

Το προφανές σήμερα γεγονός ότι η δεύτερη πρόταση δεν είναι σωστή δεν σημαίνει ότι αναιρείται και η αλήθεια της πρώτης, πράγμα που υπήρξε, επιπροσθέτως, και η διάγνωση του κεϋνσιανισμού. Ο κεϋνσιανισμός βασίστηκε στη ρητή αναγνώριση (και στον κυνικό σεβασμό) της αυτονομίας της καπιταλιστικής κοινωνικής δυναμικής. Ο «παρεμβατισμός» που εγκαινίασε δεν ήταν παρά ανεστραμμένος μαρξισμός, με την έννοια ότι χρησιμοποίησε την αυτονομημένη λογική του καπιταλισμού όχι για να «ανατρέψει» τον καπιταλισμό, αλλά για να τον «σώσει».

Η αυτονομημένη μηχανικότητα του συλλογικού συνδέεται με την κοινωνικοποίηση της παραγωγής, πού έχει αποκτήσει σήμερα μιαν ασύλληπτη έκταση. Και το πιο απλό προϊόν απαιτεί να συντεθούν, σε μια ενιαία και αυστηρά καθορισμένη λογική διαδικασία, ένας μεγάλος αριθμός από ειδικές γνώσεις και εργασίες. 

Πίσω από ένα προϊόν, όπως το ψυγείο π .χ., πού μου δίνει τη δυνατότητα να αναστέλλω το «φυσικό κακό» της σήψης-ανακύκλωσης της τροφής, βρίσκεται μια πελώρια κοινωνική μηχανή. Για να δουλέψει πρέπει να παραμεριστούν οι ατομικές ιδιοτροπίες των συντελεστών της και να υπάρξει απόλυτη συμμόρφωση με τους κανόνες λειτουργίας της. (Κι αν οι αναπόφευκτες «διαρροές» καταστρέφουν το όζον της ατμόσφαιρας, τούτο καταχωρείται στην κοινή σημασιακή θέσμιση ως «παρενέργεια», η αντιμετώπιση της οποίας περνάει πολύ χαμηλά στην κλίμακα των κοινωνικών προτεραιοτήτων).
 
Το «Σύστημα» είναι γιγαντιαία υπερμηχανή που συγκροτείται από τέτοιες επί μέρους κοινωνικές μηχανές (και ανάλογες απωθήσεις των «παρενεργειών» τους. Βάση λοιπόν της συλλογικής αυτονομημένης μηχανικότητας και του ιστορικού κακού πού την συνοδεύει, είναι η κοινωνικοποίηση της εργασίας. Δεν είναι η αθώα απόσταση του «Εγώ» από το «Εσύ», η απόσταση πού καταλαμβάνει ολόκληρο το οπτικό πεδίο των ηθικολόγων. Γι' αυτό και η περιστολή αυτού του ιστορικού κακού δεν είναι θέμα περισσότερης ή λιγότερης καλής θέλησης για ατομική αυθυπέρβαση. 

Από τη στιγμή που χρειάζεσαι πολύπλοκες συμπυκνώσεις κοινωνικής εργασίας, όπως π.χ. για την κατασκευή του ψυγείου, προκειμένου να συντηρήσεις τον επιούσιο, το «λιμπιντικό» δυναμικό σου έχει κατασχεθεί και καταψυχθεί σε κοινωνική μηχανικότητα, με δική της ύπαρξη και βούληση. Και μόνο αν η κρεατομηχανή αυτή δουλεύει απρόσκοπτα, μπορεί να σου εκχωρηθεί και κάποιο αυθυπερβατικό υπόλειμμα, για φαντασιώδη παραμυθητική αναπλήρωση.

Σήμερα που η παραγωγική ζωή έχει ολότελα κοινωνικοποιηθεί, κανείς δεν μπορεί να πει: «εγώ στηρίζομαι στις δικές μου δυνάμεις». Τέτοιες «δυνάμεις» δεν υπάρχουν πια. Ο σημερινός άνθρωπος είναι ολοκληρωτικά δέσμιος της κοινωνικής μηχανοποιημένης φύσης του. Η πρόβλεψη των μυθιστορημάτων επιστημονικής φαντασίας, ότι κάποια στιγμή η μηχανή θα αυτονομηθεί και θα υποδουλώσει τον άνθρωπο, έχει γίνει ήδη πραγματικότητα. 

Η κοινωνική μηχανή, το «Σύστημα», ή για να μιλήσουμε πιο «αποκαλυπτικά», η «εικόνα του θηρίου», φαίνεται να κυριαρχεί και ρυθμίζει τα πάντα από το τί θα φάμε και θα πιούμε, μέχρι το τί όνειρο θα δούμε. 

Μήπως η ελευθερία μας έχει χάσει ήδη τις κοινωνικές της προϋποθέσεις;

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2011

«Αγαπάτε Αλλήλους»

 Το μαρτύριο των Ελλήνων τον 21ο αιώνα

Η δεκαετία του 1980, είναι η πρώτη δεκαετία που ο Ελληνικός λαός εκφράζεται ελεύθερα μέσω των αιρετών αντιπροσώπων του. 

Το κριτήριο επιλογής αντιπροσώπων γίνεται βάσει φυσιογνωμίας, αλλά όχι από την διάθεση, από την όψη αλλά όχι από την γνώμη που έχουν, αμελώντας τον τρόπο ζωής των[33]. Είναι οι δεκαετίες που σημειώνεται η ταχεία αύξηση των μισθών, του χρηματιστηρίου και το κρατικοδίαιτου επιχειρείν. Αρχίζει να επικρατεί η σκέψη: «Καλά μεν τα λόγια , αλλά καλύτερος ο χρυσός», που σκέπτονται οι ακόλαστοι μη εγκρατείς. 

Διότι εκείνοι που εξυβρίζουν την εταίρα, φλέγονται από την σκέψη της επιθυμίας[34] γνωρίζοντας ότι όταν πέσουν τα προσωπεία, καθένας θα κρίνεται από τα έργα του, όχι ο καθένας και ο πλούτος του, όχι ο καθένας και η εξουσία του, όχι ο καθένας και η τιμή του, όχι ο καθένας με την δυναστεία του[35]. Αρχίζουν σε πολλούς τα χρήματα να είναι συνδεδεμένα σαν μέλη του σώματός τους [36].

Πολίτες και κράτος αρχίζουν να ζουν με δανεικά αψηφώντας ότι οι άνθρωποι όταν βρουν τους οφειλέτες τους, χαίρονται σαν να έχουν βρει θήραμα και κάνουν τα πάντα για να πάρουν τα απαιτούμενα[37] και οι μη προσέχοντες οδηγούνται σε κάθε κακό, όχι από πτώχεια αλλά από άνοια, όχι από ασθένεια αλλά από καταφρόνηση, όχι από επανερχόμενους κινδύνους, αλλά από έλλειψη ευλάβειας[38].
Σήματα κακής πορείας έρχονται από το χρηματιστηριακό σκάνδαλο της πρωτεύουσας. Η περιορισμένη αντίδραση φέρει και την μεταολυμπιακή κρατική κατάρρευση. Οι νομοθέτες χάνουν την εμπιστοσύνη από τους εκλέκτορές τους διότι ξέρουμε ότι ο νόμος είναι καλός, εάν νομίμως χρησιμοποιείται και είναι γνωστό ότι δεν προορίζεται για τους καλούς, αλλά για τους άνομους και ανυπότακτους[39].
Να μην έχετε συνειδησιακό πρόβλημα ως οι μόνοι βλάσφημοι, διότι η απληστία της Δύσης, μόνο στα τελευταία δύο χρόνια, δύο φορές δολοφόνησε τμήμα της φύσης. Στον κόλπο του Μεξικού, όπου για να μη χαθούν αργύρια, επέτρεψαν επί 86 ολόκληρες ημέρες να χύνονται στην θάλασσα καθημερινά 60.000 βαρέλια αργού πετρελαίου, όπου για 20 χρόνια θα δολοφονεί ζωντανούς οργανισμούς του κόλπου. Και στην Ανατολική Ιαπωνία, όπου δεν εμποδίστηκε η απελευθέρωση ραδιενεργού υλικού στην θάλασσα και θα δολοφονεί για 200 χρόνια.
Όλη η προαναφερόμενη αναδρομή δεν έγινε για να μεμψιμοιρούμε αλλά για να βρούμε προτάσεις διεξόδου από την επικείμενη κρίση. Διότι, εάν οι Ευαγγελιστές, οι Απόστολοι και οι Άγιοι Πατέρες έχουν προστατέψει την Ρωμιοσύνη εδώ και πολλούς αιώνες, πρέπει να γνωρίζουν και την διέξοδο από τα σημερινά μας προβλήματα. Για να δούμε τι μας προτείνουν:

Προτάσεις διεξόδου

Αρχική θέση:
·        Δεν υπάρχει δίκαιος, που να μην έχει αμαρτία και δεν υπάρχει αμαρτωλός που να μην έχει αγαθό[40].

·        Καλός δεν γίνεσαι από κολασμό, ούτε με απειλή και τιμωρία, αλλά από ιερή και γονεϊκή αγάπη προς τον Θεό [41]. Διότι «ο Θεός αγάπη εστίν» και κανείς δεν οφείλει τίποτα, εκτός του να αγαπά ο ένας τον άλλον, διότι όποιος αγαπά τον άλλον έχει εκπληρώσει τον νόμο[42].

·        Εάν νομίζει κάποιος ότι είναι «κάτι», ενώ δεν είναι τίποτα, αυτός απατά τον εαυτόν του. Ο καθένας εξετάζεται από το έργο του, και τότε το καύχημα θα αφορά μόνο τον εαυτόν του και όχι τη σύγκριση με έργο άλλου[43].

·        Η ελεημοσύνη δεν περιορίζεται στην υλική βοήθεια των πτωχών, ελεημοσύνη είναι και η προστασία των αδικούμενων και η παρηγοριά αυτών που πονούν.
·        Απ’ αρχής η ζωή δεν έγινε για το φαγητό, αλλά το φαγητό για την ζωή [44]

Έχοντας υπ’ όψιν τις προαναφερόμενες αρχικές θέσεις ας μελετήσουμε και άλλα προς συλλογισμό και συμπεριφορά:
·        Όποιος δεν θέλει να εργασθεί, δεν πρέπει να τρώγει, και μερικοί ατακτούν προσποιούμενοι την εργασία, χωρίς να εργάζονται[45].

·        Να σπέρνετε δικαιοσύνη, ώστε να θερίσετε καρπούς ανάλογους της αγάπη σας[46].

·        Επιτάσσεται η εργασία, όμως κανένας δεν μισθώνει τους δυστυχισμένους, ούτε σ’ εργασία τους καλούν, αντί των εργοδοτών ας φέρουμε ως βοήθεια τα χέρια των ελεημόνων[47].

·        Για τον τρόπο συγκέντρωσης ελεημοσύνης: Κάθε Κυριακή ο καθένας από σας ας βάζει κάτι κατά μέρος, ανάλογα με τα έσοδά του, δια να μη γίνονται έρανοι όταν έλθω. Όταν φθάσω, εκείνους που θα εγκρίνετε, αυτούς θα στείλω με επιστολές για να φέρουν το δώρον σας εις Ιερουσαλήμ [48](δηλαδή σ’ αυτούς που έχουν ανάγκη).

·        (Η ελεημοσύνη ονομάζεται σπόρος, διότι η πράξη αυτή δεν είναι δαπάνη αλλά πρόσοδος.). Αυτός που σπέρνει φειδωλά, φειδωλά θα θερίσει, αυτός που σπέρνει με αφθονία, με αφθονία θα θερίσει. Καθένας ας δίνει ότι επιθυμεί από την καρδιά του και όχι από λύπη και αναγκαστικά, διότι ο Θεός αγαπά τον χαρωπό δωρητή[49].

·        Δεν ζητώ αξίωμα αλλά αρετή, ούτε κυριαρχία, ούτε δουλεία αλλά ψυχή, δεν περιφρονώ πράξεις του συνανθρώπου, ότι και αν είναι, είναι άνθρωπος[50].
·        (Ψαλμοί 61 (62),11) Στη βία μην εμπιστεύεστε, μάταια μην ελπίζετε στην αρπαγή. Κι’ ο πλούτος αν πληθαίνει μη προσηλώνεστε σ’ αυτόν.
·        Να είσαι μεγαλόψυχος, και οι μικροί και οι μεγάλοι τοίχοι εκπληρώνουν την ίδια χρήση[51].
·        Σκέψου λογικά το παρόν και το μέλλον μη το παραδίδεις για την αισχροκέρδεια[52].

·        (Εκκλησ. 5,12) Υπάρχει ένα μεγάλο κακό που πρόσεξα: Είναι ο πλούτος που φυλάσσεται από τον κάτοχό του, για να του φέρει δυστυχία. (Μ. Βασιλείου, Ομιλία περί πλεονεξίας) Αυτά που φυλάς στις αποθήκες σου είναι αγαθά που στέρησες από τον συνάνθρωπό σου.

·        Είσαι πλούσιος; χαίρομαι και ευφραίνομαι αλλά εκείνος ακόμη είναι πτωχός. Δια του πλούτου σου, να μην παραμείνει στην πτώχεια[53].

·        Όσο λοιπόν πλεονάζεις στον πλούτο τόσο θα σου λείπει η αγάπη. Εάν αγαπούσες τον πλησίον σου, από παλαιά θα μελετούσες την αλλοτρίωση των χρημάτων σου[54].
·        Από τα νιάτα σου τήρησες την εντολή της αγάπης και έδωκες εις τον καθένα τόσα, όσα και εις τον εαυτόν σου; τότε από πού προέρχεται αυτή η χρηματική περιουσία; Είναι φανερό λοιπόν πως στέκεσαι μακριά από την εντολή και ψευδώς ομολόγησες εις τον εαυτόν σου ότι έχεις αγαπήσει τον πλησίον σου ωσάν τον εαυτόν σου[55].

·        Εσείς, εάν θέλετε να διαμοιραστείτε την σωτηρία ο ένας του άλλου, ο καθένας να αναλάβεί έναν από τους παραμελημένους αδελφούς, πολύ γρήγορα θα αυξηθεί η οικοδομή μας[56].

·        Η αξία της παρθενίας δεν είναι να απέχεις από το γάμο, αλλά να είσαι και φιλάνθρωπος, και φιλάδελφος, και ευσπλαχνικός. Τι το όφελος της παρθενίας συνοδεία με ωμότητες; τι το κέρδος της σωφροσύνης συνοδεία με απανθρωπιά; Δεν σ’ άλωσε η επιθυμία των σωμάτων αλλά η επιθυμία για τα χρήματα[57].

·        Η ταπεινοφροσύνη είναι το θεμέλιο της χριστιανικής διδασκαλίας, που επάνω της έχουν οικοδομηθεί αναρίθμητα αγαθά[58]. Εάν γνώριζαν ότι στον παρόντα βίο, δεν υπάρχει κανένα αγαθό, αλλά μόνο η αρετή…, στον παρόντα βίο δεν υπάρχει κανένα κακό, αλλά μόνο η κακία, πονηριά και η διαστροφή της ψυχής [59]. 

Θα παραθέσω και μερικές άλλες συμβουλές του Μ. Βασιλείου, που εάν εκφράζονταν δημόσια, σε κάποιες από τις προαναφερόμενες περιόδους, ο ομιλών τουλάχιστον θα φυλακίζονταν από το κατεστημένο. Ας τις μελετήσουμε και αυτές:

·        Η θεραπεία της ανέχειας των πτωχών κατορθώνεται με δαπάνες, δηλαδή ο καθένας δέχεται ολίγα για την ικανοποίηση των αναγκών του, όλοι δε μαζί μοιράζονται τα υπάρχοντα που ξοδεύονται για όλους. Ώστε αυτός που αγαπά τον πλησίον ωσάν τον εαυτόν του δεν αποκτά περισσότερα του πλησίον του[60].

·        Κανείς δεν λυπάται να πουλά τα υπάρχοντά του για να τα αντικαταστήσει με τα απολύτως απαραίτητα, αλλά όσο ελαττώνεις την τιμή στα πολυτιμότερα πράγματα, τόσο περισσότερο θα χαίρεσαι για την λαμπρή συναλλαγή που έγινε[61].

·        Και πώς θα ζήσουμε εάν εγκαταλείψουμε τα πάντα που αποκτήσαμε; Τι είδους ζωή θα σχηματιστεί εάν όλοι θα πουλήσουν όλα που απέκτησαν;[62]

·        Μιμήσου την γη, καρποφόρησε όπως εκείνη, μην φανείς χειρότερος του άψυχου. Διότι εκείνη δεν τρέφει τους καρπούς για την απόλαυσή της, αλλά για να υπηρετήσει εσένα θρέφοντάς σε[63].
·        Εξαφάνισε την ομολογία των βαρύτατων τόκων, για να γεννήσει η γη τα συνηθισμένα [64].

·        Όταν ως προς την φύση τα άγονα (όπως χαλκός και χρυσός) γεννούν, τότε αυτό που γεννά κατά φύση γίνεται στείρο, και τιμωρούνται σε ακαρπία αυτοί που κατοικούν πάνω σ’ αυτά[65]. 

Φοβερή μανία, όσο ο χρυσός είναι μετάλλευμα το ψάχνεις στη γη και όταν βρίσκεται, πάλι στη γη να εξαφανίζεται. Έπειτα νομίζω σου συμβαίνει παραχώνοντας τον πλούτο παραχώνεις και την καρδιά σου (κοίτα Ματθ. 6,21)[66].

Απόσπασμα άρθρου Του Βασίλη Κυρατζόπουλου

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

[33] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 779,δ) Μη τοίνυν από της φύσεως καταμάνθανε αλλ από της προαιρέσεως, μη από της όψεως αλλ από της γνωμής και περιεργάσου αυτού τον βίον.
[34] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία περί πλεονεξίας) Καλοί, μεν φησίν, οι λόγοι, αλλά καλλίων ο χρυσός. Ώσπερ οι τοις ακολάστοις περί σωφροσύνης διαλεγόμενοι. Και γάρ εκείνοι δαβαλλομένης της εταίρας, από της υπομνήσεως προς επιθυμίας εκκαίονται
[35] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 780,ε) Όταν ριφή τα προσωπεία, δοκιμάζηται έκαστος και τα έργα αυτού, ούχ έκαστος και ο πλούτος αυτού, ούχ έκαστος και η αρχή αυτού, ούχ έκαστος και η τιμή αυτού, ούχ έκαστος και η δυναστεία αυτού.
[36] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Νυνί δε προσπέφυκέ σοι τα χρήματα πλέον, ή τα μέλη του σώματος, και λύπεί σε αυτών ο χωρισμός, ως ακρωτηριασμός των καιρίων.
[37] (Ιωαν. Χρυς. Ομιλ. Παραβολή κακού οφειλέτη) Άνθρωποι μεν ούν επιδάν εύρωσι τους ωφείλοντας, ώσπερ θήραν και άγραν ευρόντες, ούτω γεγήθασι, και πάντα ποιούσιν, όπως το πάν απαιτήσωσι.
[38] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 747,δ) Ου πείνα, αλλά άνοια, ού νόσος αλλά καταφρόνησις, ου κινδύνων επαγωγαί, αλλ’ ευλαβείας ερημά, και εις πάσαν άγει κακίαν τους μη προσέχοντες.
[39] (Ιωαν. Χρυς. Ομιλίες Χήρα – Ανατροφή - Ελεημοσύνη, 317,α) Οίδαμεν Δε ότι καλός ο νόμος, εάν τις αυτώ νομίμως χρήται, ειδώς τούτου, ότι δικαίω νόμος ου κείται, ανόμοις και ανυποτάκτοις.
[40] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 788,β-γ) Ούκ έστιν ούν τις δίκαιος, ός ούκ έχει αμαρτίαν, και ούκ εστί τις αμαρτωλός, ός ούκ έχει αγαθόν.
[41] (Ιωαν. Χρυς. Λόγοι περί ελεημοσύνης, 275,β) Ου γαρ φόβω και κολάσει, ουδέ απειλή και τιμωρία, αλλά αγάπη θεία και φίλτρω ζέοντι τω περι Θεού εγένοντο.
[42] (Προς Ρωμ. 13, 8-9) Μηδενί μηδεν αφείλετε εί μη το αγαπάν αλλήλους. Ο γαρ αγαπών τον έτερον νόμων πεπλήρωκε.
[43] (Προς Γαλάτας 6,3-5) Εί γαρ δοκαέ τις είναι τι μηδέν ών, εαυτόν φρεναπατά το Δε έργου εαυτού δοκιμάζετω έκαστος, και τότε εις εαυτόν μόνον τα καύχημα έξει και ουκ είς του ετέρου.
[44] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 719,δ) Ού το ζήν δια το φαγείν, αλλά διά το ζήν το φαγείν γέγονεν εξ αρχής.
[45] (Προς Θεσσαλ. Β’ 3, 10 – 12) Εί τις ού θέλει εργάζεσθαι, μηδέ εσθιέτω, εν υμίν ατάκτως μηδεν εργαζομένους, αλλά περιεργαζόμενους.
[46] (Ωσηέ 10,12) Σπέιρατε γαρ φησίν, εαυτοίς εις διακιοσύνην.
[47] (Ιωαν. Χρυς. Λόγοι περί ελεημοσύνης) Το εργάζεσθαι μετά τοούτου παρήρηνται, ουδενός τους αθλίους μισθουμένου, ουδέ καλλούντος εις διακονίαν, φέρε τας των ελεημόνων αντεισάγωμεν χείρος αντί των μισθουμένων.
[48] (Προς Κορινθίους Α’ 16, 2-3) Κατά μίαν σαββάτων έκαστος υμών παρ’ εαυτώ τιθέτω θησαυρίζων ό τι αν ευδώται, ίνα μη όταν έλθω τότε λογίαι γίνωνται, όταν Δε παραγένωμαι, ούς εάν δοκιμάσητε, δι’ επιστολών τούτους πέμψω απενεγκείν την χάρην υμών εις Ιερουσαλήμ
[49] (Προς Κοριν.Β’ 8, 6 – 7) (Δια τούτο και σπόρος η ελεημοσύνη καλείται, επειδή ούκ εστί δαπάνη τα πράγμα, αλλά πρόσοδος) Τούτο δε, ο σπείρων φειδομένως φειδομένως και θερίσει, και ο σπείρων επ’ ευλογίαις επ’ ευλογίαις και θερίσει, έκαστος καθώς προαιρείται τη καρδία, μη εκ λύπης ‘η εξ ανάγκης.
[50] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 744,γ) Ου γαρ αξίωμα ζητώ, αλλά αρετήν, ου δεσποτείαν, ού δουλείαν αλλά ψυχή. Ού καταφρονώ ανθρώπου κάν είς ή, άνθρωπος εστί.
[51] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Μεγάλην έχει την ψυχήν τοίχοι Δε και μικροί και μείζους την αυτήν χρείαν πληρούσιν.
[52] (Μ. Βασιλείου ομιλία περιόδους Πείνας και Ξηρασίας) Προνόησον μοι λογικώς το παρόν και το μέλλον, ό μη διά κέρδος αισχρόν προδώς.
[53] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 778,α) Πλούσιος εί; χαίρω και ευραίνομαι αλλ’ εκείνος έτι πένεται, μη δια του σου πλούτου μενέτο εν τη πτώχεια.
[54] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Όσον ούν πλεονάζης τώ πλούτω, τοσούτων ελλείπεις τη αγάπη. Επεί πάλαι αν εμελέτησας των χρημάτων την αλλοτρίωσιν, εί ηγαπήκες σου τον πλησίον.
[55] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Εκείνης μεν γαρ δήλος ει της εντολής μακράν υπάρχων, και ψευδώς σε αυτώ προσμαρτυρήσας αυτήν, ότι ηγάπησας τον πλησίον σου ως εαυτών.
[56] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 712,γ) Υμείς δε, εί βουληθείτε την αλλήλων διανείμασθοι σωτηρίαν, και έκαστος ένα απολαβείν των ημελημένων αδελφών, ταχέως ημίν τα της οικοδομής αυξηθήσεται.
[57] (Ιωαν. Χρυς. Λόγοι περί ελεημοσύνης, 266, β) Παρθενίας γαρ αξίωμα ούκ αποσχέσθαι γάμων μόνον, αλλά το φιλάνθρωπον είναι και φιλάδελφον και συμπαθητικόν. Τι γαρ ‘οφελος πάρθενία μετά ωμότητος; τι δε κέρδος σωφροσύνη μετά απανθρωπίας; Ούχ εάλως σωμάτων επιθυμία, αλλά εάλως χρημάτων επιθυμία.
[58] (Ιωαν. Χρυς. Ομιλίες στην Κων/πολη, 301,ε) Θεμέλιος γαρ εστί της καθ’ ημάς φιλοσοφίας η ταπεινοφροσύνη. Καν μυρία άνωθεν οικοδομήσης.
[59] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Δαπανητικόν γάρ πλούτου, η θεραπεία των δεομένων, αλλά μεν έκαστον την αναγκαία επιμέλειαν δεχομένον, πάντων δε ομού καταμεριζομένων τα όντα, και περί αυτούς δαπανώντων. Ώστε ο αγαπών τον πλησίον ως εαυτού ουδέν περισσότερον κέκτηται του πλησίον, αλλά μην φαίνη έχων κτήματα πολλά.
[60] Ιωαν. Χρυς. Ομιλ. Περί ειμαρμένης και προνοίας,755,α) Ως ει ήδεσαν ότι ουδέν αγαθόν εν τω παρόντι βίω, αλλά η αρετή μόνον …, ουδέν κακόν εν τω παρόντι βίω, αλλά η κακία μόνον και πονηρία διαστροφή ψυχής.
[61] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Οδείς λυπείται προϊέμενος τα υπάρχοντα και αντικτώμενος τα ενδέοντα, αλλά όσωπερ αν ελάττονος τιμής τα πολυτίμητα πρόηται, τοσούτω χαίρει ως λαμπρού αυτώ του συναλλάγματος γενομένον.
[62] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Και πως βιωσόμεθα, πάντα αποκτησάμενοι; φησί τι δε το σχήμα του βίου έσται, πάντων πωλούντων και πάντων αποκτωμένων.
[63] (Μ. Βασιλείου, ομιλία περί πλεονεξίας) Μίμησαι την γην, άνθρωπε καρποφόρησον ως εκείνη, μη χείρων φανής της αψύχου. Εκείνη μεν ούν τους καρπούς, ούκ είς εαυτής απόλαυσιν, αλλά εις την ση υπηρεσίαν εξέθρεψε.
[64] (Μ. Βασιλείου ομιλία περιόδους Πείνας και Ξηρασίας) Εξάλειψον βαρυτάτων τόκων ομολογίαν, ίνα τέκη τα συνήθη η γή.
[65].(Μ. Βασιλείου ομιλία περιόδους Πείνας και Ξηρασίας) Χαλκού γαρ χρυσού και των αγόνων παρά φύσην γεννώντων, η κατά φύσιν γεννώντων , η κατά φύσιν τίκτουσα γίνεται στείρα, και προς τιμωρίαν των επιοικούντων, καταδικάσθη την ακαρπίαν.
[66] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Μανία δεινή, έως μεν εν μετάλλοις ήν ο χρυσός, ανερευνάν την γήν, ότε Δε φανερός εγένετο, πόλιν εν τη γη αυτού αφανίζειν. Είτα, οίμαι, συμβαίνει σοι κατορρύσοντι το πλούτος, συγκατορρύσσειν και την καρδίαν.
 
ΠΗΓΗ: http://antibaro.gr/node/3354
 

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2011

ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ

ΚΑΙΡΟΣΚΟΠΟΙ
Ίσως να είμαστε το ίδιο εργατικοί με τους Δυτικούς όταν έχουμε τις ίδιες επιλογές με αυτούς. Είμαστε όμως λιγότερο συνεργατικοί.
Στη θεωρία παιγνίων καιροσκόπος (ή οπορτουνιστής) είναι αυτός που αρπάζει την ευκαιρία να βγάλει ένα καλό κέρδος σήμερα, ακόμα και αν αυτό δυσχεράνει τη θέση του αύριο. Συνήθως, είναι αυτός που παραβαίνει έναν κανόνα ή χαλάει μια συνεργασία για να κάνει την αρπαχτή.

Ο ταβερνιάρης στην Πλάκα που σερβίρει σαβούρα στους τουρίστες αυτό κάνει: παραβαίνει την άτυπη σύμβαση του εστιάτορα με τον πελάτη, για να βγάλει καλό κέρδος στη μερίδα, με κίνδυνο ο πελάτης να μην ξαναέρθει. Πράττει απόλυτα ορθολογικά, γιατί ο τουρίστας είναι περαστικός και δεν θα ξαναερχόταν έτσι κι αλλιώς. Αυτό χαλάει τη γενική εικόνα της Αθήνας, αλλά δεν τον ενδιαφέρει, γιατί η εικόνα διαμορφώνεται από όλες τις ταβέρνες μαζί, όχι από τη δική του.

Στον αντίποδα της καιροσκοπίας είναι η συμμόρφωση ή η συνεργασία. Η επιχείρηση που επενδύει στην ποιότητα, ο εργολάβος που αποθέτει τα μπάζα στη μακρινή επίσημη χωματερή αντί για το διπλανό χωράφι, ο συνεργάτης που δουλεύει σκληρά αντί να λουφάρει σε βάρος της ομάδας, ο επαγγελματίας που δεν φοροδιαφεύγει είναι στη γλώσσα της θεωρίας παιγνίων συνεργάσιμος (cooperator).

Οι ρίζες της συνεργασίας

Οι Έλληνες φέρονται πιο καιροσκοπικά από τους Σουηδούς ή και τους Γάλλους. Η διαφορετική συμπεριφορά δεν έχει μια μόνο αιτία. Υπάρχει πολιτισμική διαφορά νοοτροπίας. Παράλληλα η δομή των κινήτρων και των κυρώσεων συγκριτικά ευνοεί την αρπαχτή. Τα δύο επίπεδα (νοοτροπία – δομή) αλληλεπιδρούν μέσα από την ανοχή (δεν σε καταγγέλλω που φοροδιαφεύγεις) και τη δυσπιστία (σε ρίχνω, γιατί φοβάμαι ότι θα με ρίξεις).

Πού οφείλεται η πολιτισμική διαφορά στην έφεση για συνεργασία, και πόσο βαθιά είναι; Σε τέτοια ερωτήματα η συστηματική έρευνα και θεωρία διεθνώς τώρα ξεκινάει, ουσιαστικά τα τελευταία είκοσι χρόνια. Για την Ελλάδα η πιο ενδιαφέρουσα αφήγηση είναι του Στέλιου Ράμφου, για την «άπρακτη εξατομίκευση». 

«Η ανθρωπολογία του προσώπου διαμορφώθηκε διαφορετικά σε εμάς από ό,τι στη Δύση. Εκεί «σκοπός του ατόμου είναι η εντός του ανακεφαλαίωση, ει δυνατόν, της συνολικής κοινωνικής και πνευματικής εξελίξεως – η εν ευαισθησία καθολικότης του ως ανθρώπου».

Ο δυτικός άνθρωπος έχει εσωτερικεύσει τους κανόνες της κοινωνίας – τους έχει εξατομικεύσει. Στους Έλληνες, όταν διασπάστηκαν οι συλλογικές δομές του μεσαίωνα, μείναμε στον ατομισμό χωρίς την εξατομίκευση.

Συναφής αλλά διακριτός παράγοντας ήταν η εξέλιξη των πολιτικών θεσμών και των οικονομικών ιεραρχιών. Στη Δύση η φεουδαρχία, η μοναρχία και η Καθολική Εκκλησία με την αλληλεπίδρασή τους δημιούργησαν το απολυταρχικό κράτος που είχε την ευθύνη να καθοδηγεί την κοινωνία. Το κράτος αυτό το κληρονόμησε η αστική τάξη και ενίσχυσε τον καθοδηγητικό του ρόλο. 

Παράλληλα, στη βιομηχανική επανάσταση αναπτύχθηκαν οι μεγάλες επιχειρήσεις-ιεραρχίες που έδιναν σταθερούς ρόλους σε εργάτες και υπαλλήλους. Αυτά δεν έγιναν στην Ελλάδα, που αποτίναξε το οθωμανικό κράτος, δεν το μετεξέλιξε, και που αντιστάθηκε στις οικονομικές ιεραρχίες.

Με άλλα λόγια, οι αναπτυγμένες δυτικές οικονομίες δεν στηρίχτηκαν μόνο στην ελεύθερη αγορά και στα ατομικά κίνητρα. Στηρίχτηκαν σε ιεραρχικούς οργανισμούς (κάθετους κανόνες) και σε στρατηγικές συνεργασίας (οριζόντιους κανόνες).

Ο πετυχημένος και ιδεολογικά ηγεμονικός καπιταλισμός είναι ελεύθερη αγορά ενσωματωμένη σε κοινωνία κανόνων και ευθύνης. Αλλιώς είναι ή ζούγκλα ή μικρομάγαζα. Εμείς δεν έχουμε αποδεχθεί ούτε τους κάθετους κανόνες ούτε τους οριζόντιους – ούτε πειθαρχούντες ούτε πειθαρχημένοι. Αν έχουμε αποφύγει τη ζούγκλα είναι γιατί έχουμε κρατήσει τα μικρομάγαζα.

Οι θεσμοί των καιροσκόπων

Η καιροσκοπική νοοτροπία εξηγεί γιατί αποτυχαίνουν οι συνεταιρισμοί και πετυχαίνουν οι συντεχνίες. Ο συνεταιρισμός διαχειρίζεται ένα συλλογικό αγαθό – για παράδειγμα, ένα συσκευαστήριο για τα αγροτικά προϊόντα των μελών του ή μια κρατική επιχορήγηση που δίνεται για να γίνει το συσκευαστήριο. Χωρίς αμοιβαία εμπιστοσύνη και συμμόρφωση στους κανόνες τα μέλη κοιτάνε πώς θα κερδίσουν ο καθένας ρίχνοντας τη ζημιά στο συλλογικό αγαθό. Θα στείλουν στο συσκευαστήριο τη δεύτερη ποιότητα, αλλά το καλό θα το πουλήσουν ιδιωτικά – ή θα φάνε την επιχορήγηση χωρίς να επενδύσουν, γιατί δεν εμπιστεύονται ο ένας τον άλλο για συνεταίρο.

Η συντεχνία δεν έχει συλλογικό αγαθό, έχει συλλογική διεκδίκηση. Τα μέλη αναγνωρίζουν το κοινό συμφέρον στην κοινή επαγγελματική ταμπέλα, και διεκδικούν προνόμια κοινά μεν, αλλά που θα τα καρπωθούν ιδιωτικά. Είναι μια συνεργασία με χαμηλή επένδυση και ρίσκο, όπως αρμόζει σε σύνολα με χαλαρούς δεσμούς συνεργασίας.

Σε αυτό το πλαίσιο αναπτύξαμε μερικούς αξιοθαύμαστους οικονομικούς θεσμούς, που όμως ξενίζουν τους δυτικής παιδείας τεχνοκράτες. Οι μεταχρονολογημένες επιταγές, με το νομικό πλαίσιο που τις διέπει, ενισχύουν την εμπιστοσύνη ανάμεσα στους συναλλασσόμενους γιατί επιφέρουν άμεση κύρωση στον εκδότη της ακάλυπτης επιταγής χωρίς να παρεμβάλλεται η γραφειοκρατία μιας τράπεζας. Ο καθένας αναλαμβάνει την ευθύνη για τον αντισυμβαλλόμενο που επιλέγει. Το πρόσωπο, η φήμη, μετράει ιδιαίτερα. Είναι εντυπωσιακό ότι κανένας αποδέκτης μεταχρονολογημένης επιταγής δεν την εμφανίζει πρόωρα για πληρωμή, ενώ νομικά το δικαιούται. Αν το κάνει, η αγορά θα τον αποβάλει. 

Αυτόν τον θεσμό της ίσος-προς-ίσον χρηματοδότησης, με την ατομική και ονομαστική ευθύνη, θα πρέπει να τον διαφυλάξουμε, και όχι να θέλουμε να τον καταργήσουμε. Η ιεραρχική χρηματοδότηση των τραπεζών περιθωριοποιεί τη ατομική ευθύνη και ενισχύει τον καιροσκοπισμό.

Το μέλλον της συνεργασίας
Ο καιροσκόπος δεν είναι φύσει απατεώνας. Είναι «ορθολογικά εγωιστής». Θα συμμορφωθεί στους κανόνες όταν τον συμφέρει. Αν βρεθεί σε περιβάλλον όπου πλειοψηφούν οι συνεργάσιμοι και υπάρχουν κυρώσεις στην καιροσκοπία, τότε μετατρέπεται σε συνεργάσιμο. Το πρόβλημα εδώ είναι ο φαύλος κύκλος. Αν το σύνολο ξεκινάει με πλειονότητα καιροσκόπων, πολύ δύσκολα θα συγκλίνει σε ένα καθεστώς συνεργασίας. Για αυτό μετράει τόσο πολύ η ιστορική κληρονομιά.

Στη Δύση η κληρονομιά ήταν υπέρ της συνεργασίας. Υπάρχουν όμως φόβοι ότι τις τελευταίες δεκαετίες φθείρονται οι θεσμοί και διογκώνεται ο ατομισμός. Οι αιτίες που αναφέρονται είναι πολλές, από τη διάβρωση της οικογένειας, τον καταναλωτισμό και τα ατομικά δικαιώματα μέχρι τον οικονομικό φιλελευθερισμό, την εισοδηματική ανισότητα και τις προσόδους. 

Μήπως εκεί που τείνουν οι Δυτικοί είμαστε ήδη εμείς; Μήπως είμαστε εικόνα από το δυστοπικό τους μέλλον;

Μια αντίρροπη τάση έρχεται από την τεχνολογία. Οι πλατφόρμες ενημέρωσης και συνεργασίας που καθιστούν διάφανη τη συνεισφορά του καθενός και άχρηστη την ιεραρχία επιτρέπουν για πρώτη φορά στην ιστορία να δημιουργούνται συλλογικά προϊόντα με καταμερισμό ατομικής ευθύνης. Δίνουν ένα πλαίσιο συνεργασίας για καιροσκόπους· π.χ. δίνουν τη δυνατότητα σε κάθε μοναχικό προγραμματιστή να πουλήσει υπηρεσίες σε όλο τον κόσμο. Παράλληλα δίνουν μεγάλη δύναμη στην εθελοντική προσφορά του ελεύθερου χρόνου (λ.χ. Wikipedia) και επιτρέπουν τη συντήρηση μερικών συλλογικών αγαθών χωρίς μεγάλες προσωπικές θυσίες. 

 Μήπως ο ελληνικός ατομισμός βρει τώρα μια δημιουργική θέση στην παγκόσμια οικονομία;

Απόσπασμα Άρθρου  ΑΡΙΣΤΟΥ ΔΟΞΙΑΔΗ

Νοικοκυραίοι, ραντιέρηδες, καιροσκόποι 

http://anamorfosis.net/?p=147

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011

-Τις ημύνθη περί πάτρης;


Και τι πταίει η γλαυξ, η θρηνούσα επί ερειπίων; 
 
Πταίουν οι πλάσαντες τα ερείπια. Και τα ερείπια ταέπλασαν οι ανίκανοι κυβερνήται της Ελλάδος.
 
Αυτοί οι πολιτικοί, αυτοί οι βουλεπταί, εκατάστρεψαν το έθνος, ανάθεμά τους. Κάψιμο θέλουν όλοι τους! Τότε σ' εξεθέωναν οι προεστοί κ' οι 'γυφτοχαρατζήδες', τώρα σε 'αθεώνουν' οι βουλευταί κ' οι δήμαρχοι.
 
Αυτοί που είχαν το λύειν και το δεσμείν εις τα δύο κόμματα, τους έταζαν 'φούρνους με καρβέλια', δώσαντες αυτοίς ουχί πλείονας των είκοσι δραχμών μετρητά, απέναντι, καθώς τους είπαν, και παρακινήσαντες αυτούς να εξοδεύσουν κι απ' τη σακκούλα τους όσα θέλουν άφοβα, διότι θα πληρωθούν μέχρι λεπτού, σύμφωνα με τον λογαριασμόν, όν ήθελαν παρουσιάσουν.
 
Το τέρας το καλούμενον επιφανής τρέφει τη φυγοπονίαν, την θεσιθηρίαν, τον τραμπουκισμόν, τον κουτσαβακισμόν, την εις τους νόμους απείθειαν. Πλάττει αυλήν εξ αχρήστων ανθρώπων, στοιχείων φθοροποιών τα οποία τον περιστοιχίζουσι, παρασίτων τα οποία αποζώσιν εξ αυτού
 
Μεταξύ δύο αντιπάλων μετερχομένων την αυτήν διαφθορά, θα επιτύχει εκείνος όστις ευπρεπέστερον φορεί το προσωπείον κ' επιδεξιώτερον τον κόθορνον.
 
Άμυνα περί πάτρης θα ήτο η ευσυνείδητος λειτουργία των θεσμών, η εθνική αγωγή, η χρηστή διοίκησις, η καταπολέμησις του ξένου υλισμού και πιθηκισμού, του διαφθείροντος το φρόνημα και εκφυλίσαντος σήμερον το έθνος, και η πρόληψις της χρεοκοπίας.
 
 
 Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, (1851-1911) εφημερίδα Ακρόπολις, 1896